Αυτή η ιστορία, επανήλθε στο μυαλό μου, την προηγούμενη εβδομάδα, με αφορμή μία συζήτηση σε ένα ηλεκτρονικό σεμινάριο, στο οποίο συμμετείχα.
Από όταν ήμουν στο σχολείο δεν έκανα καλά γράμματα. Τα γράμματά μου ήταν άναρχα. Η πρώτη σειρά της παραγράφου ξεκινούσε με τα γράμματα περήφανα και ίσια. Στην πορεία του κειμένου, όποιος “αναγκαζόταν” να το διαβάσει, θα έβλεπε μία να γέρνουν από την αριστερή πλευρά και μία από την δεξιά πλευρά. Κάποιες φορές να είναι κοντά και μαζεμένα και άλλες να απλώνονται μεταξύ τους λες και ήταν φίλοι που τσακώθηκαν και “έπιασαν” τις δύο άκρες του διπλού θρανίου.
Τα πραγματικά απαράδεκτα γράμματα μου αλλά και η έλλειψη διάθεσης μου να τα βελτιώσω, με οδήγησαν σε μία σκέψη που έλεγε πως εγώ δεν κάνω ωραία γράμματα και πως δεν είμαι καλή στη ζωγραφική. Η αλήθεια βέβαια είναι πως ακόμα και εκτός από τον γραφικό μου χαρακτήρα, δυσκολευόμουν να τραβήξω μία ευθεία γραμμή σε ένα κομμάτι χαρτί, ακόμα και όταν χρησιμοποιούσα χάρακα. Όλα τα παραπάνω με είχαν πείσει, πως “δεν είμαι εγώ για αυτά”, ενώ παράλληλα θαύμαζα και όποιον άνθρωπο γνώριζα που “έπιαναν τα ΄χέρια του”.
Τα χρόνια πέρασαν και εγώ δεν είχα δείξει ποτέ ξανά το ενδιαφέρον για να δημιουργήσω κάτι με τα χέρια μου. Πήγαινα σε χώρους με εκθέματα και θαύμαζα την τέχνη, αλλά μέχρι εκεί. Μέχρι που γνώρισα μία καθηγήτρια καλλιτεχνικών στην Αγγλία. Ήταν η δασκάλα ενός μαθητή, τον οποίο υποστήριζα και για το λόγο αυτό, έπρεπε να συμμετέχω και εγώ στα μαθήματα μαζί τους. Έτσι αναγκαστικά ζωγράφιζα και εγώ.
Η αγάπη της δασκάλας για αυτό που έκανε με βοήθησε να αρχίσω να ζωγραφίζω και να απενοχοποιώ το πόσο τέλεια δεν ήταν τα σκίτσα μου. Έτσι ξεκίνησα να πηγαίνω με μία φίλη μου σε ένα μουσείο ( The National Portrait Gallery ), όπου κάθε Παρασκευή απόγευμα είχαν δωρεάν μαθήματα και σου παρείχαν ότι θα χρειαζόταν για να ζωγραφίσεις κάθε φορά. Μία μοναδική και χαλαρωτική εμπειρία που ο παιδικός μου εαυτός δεν φανταζόταν ότι θα ζούσε ποτέ.
Κάθε φορά που κάποιος λέει πως κάτι είναι ή δεν είναι τέλειο. Κάθε φορά που κάποιος σκέφτεται πως για να κάνει κάτι που απολαμβάνει, πρέπει να μπορεί να το κάνει τέλεια. Κάθε φορά που κάποιος κλέβει την χαρά και την περηφάνια από τον εαυτό του, στο όνομα του “κάποιος θα το κάνει καλύτερα” σκέφτομαι τη δική μου ιστορία.
Θα είχα στερηθεί τόσες όμορφες εμπειρίες και στιγμές, αν είχα μείνει στη σκέψη ότι “εγώ δεν είμαι για αυτά” και αν δεν είχα συναντήσει έναν άνθρωπο που να με εμπνεύσει και να μου δείξει πως δεν χρειάζεται κάτι να είναι τέλειο. Αυτό που χρειάζεται είναι να έχει την αλήθεια σου. Την αλήθεια που έχεις να πεις την κάθε στιγμή. Να είναι ένα κομμάτι δικό σου. Αυτό σίγουρα μόνο εσύ μπορείς να το κάνεις τέλεια.