Η Ρ. Ο. Κουον γεννήθηκε στη Σεούλ, στη Νότια Κορέα και μετακόμισε στο Λος Άντζελες μαζί με την οικογένειά της όταν ήταν μόλις 3 ετών. Μεγάλωσε σε ένα έντονα Χριστιανικό περιβάλλον. Στην ηλικία των 17 ετών, έπειτα από μία κρίση στην πίστη της, όπως δήλωσε η ίδια, σταμάτησε να πιστεύει.
Αποφοίτησε από το διάσημο Πανεπιστήμιο του Yale και συνέχισε τις σπουδές της στις Τέχνες στο Brooklyn College.
Συγγραφική δουλειά της Κουον έχει δημοσιευτεί σε αμέτρητα περιοδικά διεθνούς φήμης όπως το New York Times, The Guardian, The Paris Review, The Vice και The Cut.
Το 2018 έκανε το συγγραφικό της ντεμπούτο με το βιβλίο της “Οι εμπρηστές”, ένα βιβλίο που περιγράφει τη ζωή μιας γυναίκας που εμπλέκεται σε μία ακραία χριστιανική οργάνωση.
«Όταν ήμουν παιδί, η μητέρα μου δεν με άφηνε να βγω έξω χωρίς αντηλιακό. Τα απαλά και δροσερά της χέρια άπλωναν τη λοσιόν στο πρόσωπό μου. Μου φορούσε ένα πλατύγυρο καπέλο και έδενε τα κορδόνια σφιχτά, συμμετρικά, κάτω από το πιγούνι μου. Τόσοι κόποι, τόση φροντίδα για να γίνω ένα τίποτα». Λαμπερή και περιζήτητη, η Φοίβη ξοδεύει τον εαυτό της, ζώντας κάτω απ' το βάρος μιας τραγικής απώλειας. Ο Γουίλ, ο άβγαλτος αλλά φιλόδοξος συμφοιτητής της, είχε κάποτε αφιερώσει τη ζωή του στον Θεό, αλλά έχασε την πίστη του και έμεινε μετέωρος. Τώρα δείχνει να πιστεύει και πάλι - αυτήν τη φορά στη Φοίβη και στα λακκάκια της πλάτης της. Ώσπου εμφανίζεται ο Τζων Λιλ, ο χαρισματικός αρχηγός μιας θρησκευτικής σέχτας, ο οποίος υπόσχεται στη Φοίβη μια ζωή με νόημα και σκοπό. Κι ο κόσμος όλων τους παίρνει φωτιά.
Στο εκρηκτικό πρώτο της μυθιστόρημα, που επαινέθηκε από κοινό και κριτικούς, η Ρ. Ο. Κουόν ψηλαφίζει τη μικρή εκείνη ρωγμή της ψυχής απ' όπου τρυπώνει η θλίψη και ριζώνει το σκοτάδι, δείχνοντας πώς η απελπισμένη αναζήτηση μιας κάποιας ευτυχίας μπορεί να οδηγήσει στη βία και την καταστροφή.
Η Κουόν χρειάστηκε 10 χρόνια για να ολοκληρώσει το βιβλίο αυτό. Ένα βιβλίο εμπνευσμένο από τη δική της εμπειρία όταν έχασε την πίστη της στη θρησκεία. Ένα βιβλίο που, όπως χαρακτήρισαν οι New York Times, περιγράφει το πώς ο έρωτας μπορεί να είναι εξίσου επικίνδυνος με τον θρησκευτικό φανατισμό.